Γνωσιακές διαστρευλώσεις (cognitive distortions)
- Διπολική Σκέψη (Black & White ή Polarized Thinking): η σκέψη λειτουργεί συστηματικά με όρους υποτιθέμενου διλήμματος μεταξύ δύο συνήθως ακραίων ή/και αντίθετων περιπτώσεων. Ο νους αδυνατεί να αναγνωρίσει την ύπαρξη των πολλών ενδιάμεσων καταστάσεων αγνοώντας την ύπαρξη των πολλαπλών παραμέτρων που τις επηρεάζουν. Η λογική της διπολικής σκέψης είναι: «όλα ή τίποτα», «άσπρο ή μαύρο», «τώρα ή ποτέ». Είναι γνωστές οι εκφράσεις «Είσαι μαζί μου ή εναντίον μου», «Ο κόσμος θυμάται τον πρώτο, τον δεύτερο κανείς», «Ή πιστεύεις ή δεν πιστεύεις».
- Αυθαίρετο συμπέρασμα (Arbitrary inference): η υιοθέτηση απόψεων, κρίσεων χωρίς επαρκή στοιχεία και μαρτυρίες. Συχνά παίρνει τη μορφή «διαβάσματος της σκέψης», του πώς νιώθει κάποιος ή γιατί κάνει κάτι π.χ. «Τα θαλάσσωσα στο διαγώνισμα, ο δάσκαλος δε με πάει».
- Επιλεκτική προσοχή (Selective Attention): από όλες τις παραμέτρους μιας κατάστασης επιλέγεται μία, συνήθως με αρνητικό ή φοβικό περιεχόμενο και η προσοχή του παρατηρητή εστιάζεται εκεί, αγνοώντας άλλες συνήθως πιο σημαντικές και ρεαλιστικές π.χ. «Απέτυχα στις εξετάσεις, δεν απάντησα σε μια ερώτηση».
- Εσφαλμένη τιτλοφόρηση (Mislabeling): η χρήση συγκεκριμένων χαρακτηρισμών με ουδέτερο ή αρνητικό περιεχόμενο που προδιαθέτει άμεσα ή έμμεσα σε αρνητική κρίση για το ίδιο το άτομο ή για άλλους «Μου τα έψαλε ο δάσκαλος, τελικά είμαι άχρηστος».
- Προσωποποίηση (Personalization): η θεώρηση διάφορων γεγονότων και καταστάσεων μέσα από ένα εγωκεντρικό πρίσμα σύμφωνα με το οποίο αποδίδονται ευθύνες (και ενίοτε εύσημα) στο ίδιο το άτομο, ενώ παραγνωρίζονται ευθύνες ή συνεισφορές άλλων π.χ. «Οι γονείς μου πήραν διαζύγιο, εγώ φταίω».
- Μεγαλοποίηση αρνητικών (Catastrophizing): η τάση να μεγαλοποιείται η σημασία αποτυχιών ή αδυναμιών και ελαττωμάτων του χαρακτήρα π.χ. «Χώρισα με το φίλο μου σήμερα, δεν πρόκειται να ξανακάνω σχέση», «Δεν τα καταφέρνω στα μαθηματικά, δεν πρόκειται ποτέ να πάρω πτυχίο».
- Υποτίμηση θετικών (Discounting the positive): η τάση να υποβαθμίζονται επιτυχίες και θετικά γνωρίσματα του χαρακτήρα π.χ. «και τι έγινε που τελείωσα την πτυχιακή μου επιτέλους, αφού μου λείπει εργασιακή εμπειρία», «και τι έγινε που ξέρω γαλλικά, η προφορά μου είναι χάλια».
- Νοητικό φίλτρο (Mental Filter): η χρήση μιας συγκεκριμένης αρνητικής λεπτομέρειας ως γενικό κριτήριο που χρωματίζει όλες τις πλευρές μιας κατάστασης π.χ. «ο ταξιτζής με κοίταζε ειρωνικά, για κορόιδο με πέρασε».
- Υπεργενίκευση (Overgeneralization): από τις συχνότερες διαστρεβλώσεις, είναι η τάση να προκύπτει χωρίς στοιχειοθέτηση ένα γενικό συμπέρασμα μετά από θεώρηση ενός μεμονωμένου γεγονότος ή να χαρακτηρίζεται μια ολόκληρη ομάδα ατόμων από πράξεις ενός μικρού τμήματος της ομάδας αυτής.
- Συναισθηματική λογική (Emotional Reasoning): το άτομο σε αυτή την περίπτωση εσφαλμένα εκλαμβάνει αρνητικά συναισθήματα ως απόδειξη/ένδειξη της πραγματικότητας π.χ. «Αφού νιώθω αποτυχημένος, έτσι θα’ναι».
- Τα Πρέπει (Shoulds): η λογική των υποχρεωτικών συμπεριφορών είναι βαθιά εγκατεστημένη στην ανθρώπινη σκέψη και συμπεριφορά και αυτό οφείλεται σε μεγάλο ποσοστό στην εσωτερίκευση του κανόνα. Όμως υπάρχουν διαφορετικοί κανόνες κοινωνικής συμπεριφοράς σε διαφορετικές κουλτούρες. Σε κάθε κουλτούρα εντοπίζονται δυο μεγάλες λίστες με «πρέπει». Αφενός η λίστα του τι πρέπει κανείς να κάνει ο ίδιος και αν/όταν δεν το κάνει θα νιώσει ενοχές και η λίστα του τι οι άλλοι πρέπει να κάνουν και αν/όταν δεν το κάνουν θα νιώσει θυμό. Π.χ. «Πρέπει να τηρηθεί το πρόγραμμα, ειδάλλως πρέπει να παρθούν νέα μέτρα», «ο υπάλληλος δεν έπρεπε να διαφωνήσει με τον διευθυντή».