Ρούντολφ Βάιγκλ
Ο Ρούντολφ Βάιγκλ ήταν ένας ασυνήθιστος επιστήμονας και άνθρωπος. Η περίπλοκη νοοτροπία του και οι τρόποι του, καθώς και η προσέγγισή του σε ορισμένα ζητήματα, έχουν προκαλέσει αμφισβητούμενες απόψεις.
Ανάμεσα στους ήρωες που έδωσαν τη ζωή τους για την επιβίωση χιλιάδων ανθρώπων στη διάρκεια της κατοχής των Ναζί στην Ευρώπη ήταν ο Ρούντολφ Βάιγκλ, ένας ειδικός στο πεδίο της μικροβιολογίας και της παρασιτολογίας. Ο ίδιος γνώριζε την αξία της δουλειά τους και είχε το σεβασμό των Ναζί.
Ο Βάιγκλ είχε κριτική σκέψη αλλά ήταν ευλογημένος με μια ιδιαίτερη φαντασία και ένα μοναδικό ταλέντο. Συχνά, επιστήμονες από όλο τον κόσμο τον επισκέπτονταν, οι οποίοι μαγεύονταν από τις λαμπρές ιδέες του. Ωστόσο, παρά τις διορατικές ερευνητικές του ικανότητες δεν ήταν και ο καλύτερος δάσκαλος. Και ο Βάιγκλ από την πλευρά του δεν επεδίωξε να μεταδώσει τις γνώσεις του στους άλλους, παρόλο που θα μπορούσαν να μάθουν πολλά από αυτόν. Δεν εκπαίδευε ποτέ τους υφισταμένους του ούτε έκανε έλεγχο στη δουλειά τους, όσοι πέτυχαν τα κατάφεραν μόνοι τους χωρίς την καθοδήγησή του.
Η ζωή και το έργο του
Γεννημένος στις 2 Σεπτεμβρίου του 1883 στη Μοραβία, μεγάλωσε στην Πολωνία και άρχισε να αγαπά τη χώρα. Σταδιακά αγάπησε γλώσσα, την κουλτούρα και τα έθιμα. Το 1907 αποφοίτησε από τη σχολή βιολογίας του πανεπιστήμιου της Lwόw, όπου έγινε βοηθός του επιστήμονα Nusbaum-Hilarowicz. Το 1913 άρχισε η εξοικείωσή του με τη ζωολογία, την συγκριτική ανατομία και την ιστολογία. Στη συνέχεια ασχολήθηκε διεξοδικά με την δομή των κυττάρων και εξειδικεύτηκε στην ιστολογία στην οποία και διέπρεψε. Το 1913 ολοκλήρωσε το διδακτορικό του στη ζωολογία, στην ιστολογία και στην συγκριτική ανατομία. Επίσης, ο πατέρας του έφυγε νέος από τη ζωή και η μητέρα του συνέχισε τη ζωή της με έναν Πολωνό δάσκαλο.
Το 1939 ο Βάιγκλ έμεινε στην Αβυσσινία, όπου μελέτησε την επιδημιολογική κατάσταση, αλλά λόγω της απειλής του πολέμου, αποφάσισε να επιστρέψει στην Πολωνία. Ο πόλεμος ξεκίνησε και το Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου η πόλη πέρασε στην κατοχή των Σοβιετικών. Οι κατακτητές γνώριζαν την σημασία της ανακάλυψης του Βάιγκλ, και του παραχώρησαν επιπλέον χώρο για τα πειράματά του. To 1944 του έγινε πρόταση να μετακομίσει στο Βερολίνο και η απάντησή τους ήταν, "Επιλέγεις την πατρίδα σου μόνο μια φορά. Εγώ επέλεξα την δική μου το 1918."
Επιτεύγματα
Το μεγαλύτερο επίτευγμα του Βάιγκλ ήταν η ανάπτυξη του πρώτου αποτελεσματικού εμβολίου, κατά του επιδημικού τύφου, μιας ασθένειας που στοίχισε τη ζωή πολλών ανθρώπων τον προηγούμενο αιώνα. Ήταν όμως μια μακροχρόνια διαδικασία επειδή ο Βάιγκλ δεν ήταν γιατρός, προτιμούσε να κάνει ενδελεχείς εργαστηριακές μελέτες. Ήθελε πριν χρησιμοποιήσει οτιδήποτε για την ανοσοποίηση στους ανθρώπους να το μελετά λεπτομερώς.
Ο Βάιγκλ ανήκε στην κατηγορία των επιστημόνων που προτιμούσε τη δουλειά στο εργαστήριο από το να δημοσιεύει τις μελέτες και τις ανακαλύψεις του. Η πλειοψηφία της δουλειάς του δεν έχει δημοσιευτεί ή έχει διασωθεί από προφορικές μαρτυρίες, περιλαμβανομένης και της πειρατικής έρευνας που έκανε στα αρθρόποδα. Σύμφωνα με όσους τον γνώριζαν, οι μέθοδοι του Βάιγκλ ήταν τόσο χαοτικές που κανείς δεν κατανοούσε τις σημειώσεις του.
Η ειδίκευσή του στις ιστολογικές τεχνικές και στην βιολογία των κυττάρων επηρέασε ολόκληρη την καριέρα και την έρευνα του. Όταν ξέσπασε ο Ά Παγκόσμιος Πόλεμος το 1914, έγινε η επιστράτευσή του στη θέση του παρασιτολόγου. Τη στιγμή που εκατομμύρια άνθρωποι στην Ανατολική Ευρώπη είχαν τύφο, αυτός ξεκίνησε να δουλεύει για να αναστείλει τη διασπορά του. Με αυτή τη σκέψη άρχισε να κάνει πειράματα για την παρασκευή του εμβολίου.
Στη διάρκεια του πολέμου ο Βάιγκλ δημιούργησε το πρώτο αποτελεσματικό εμβόλιο ενάντια στον τύφο και συνέχισε την έρευνά του και ανάπτυξε ένα εμβόλιο στο Ινστιτούτο Γενικής Βιολογίας του Πανεπιστημίου του Lviv , το οποίο πήρε αργότερα το όνομά του προς τιμήν του. Παρέμεινε σε αυτό το πανεπιστήμιο στη διάρκεια του πολέμου, χωρίς να ακολουθήσει την ιδεολογία των Ναζί. Διατήρησε τη θέση του σε όλη τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου επειδή το εμβόλιο που παρήγαγε το ινστιτούτο ήταν το πιο αποτελεσματικό και εξυπηρετούσε τους σκοπούς του γερμανικού στρατού.
Εμβόλιο κατά του τύφου
Στη διάρκεια της ανάπτυξης του εμβολίου, ο Βάιγκλ ανακάλυψε ένα σύστημα που του επέτρεψε να καλλιεργήσει το βακτήριο Rickettsia prowazeki. Το συγκεκριμένο βακτήριο είναι υπεύθυνο για τον τύφο, στο έντερο της ψείρας. Ο Βάιγκλ κατάφερε να αναπτύξει μια πρωτοποριακή μέθοδο δεδομένης της κατάστασης , καθώς τέτοια πειράματα μπορούσαν να γίνουν μόνο σε ζώα όπως τα ινδικά χοιρίδια και τα κουνέλια. Η μέθοδος περιελάμβανε την έγχυση του βακτηρίου στον πρωκτό της ψείρας με τη χρήση μιας πολύ μικρής βελόνας. Το συγκεκριμένο παράσιτο είχε εύκολο και γρήγορο πολλαπλασιασμό, και έτσι ο Βάιγκλ κατάφερε να δημιουργήσει ένα πληθυσμό με ψείρες. Σε ένα μικρό περίβλημα, ο ερευνητής τάιζε τα έντομα με ανθρώπινο αίμα, περιλαμβανομένου και του δικού του, με σκοπό να τεστάρει το εμβόλιό του μέσω της ανάπτυξης των βακτηρίων στα έντομα.
Τα στοιχεία μέχρι σήμερα δείχνουν ότι κατάφερε να σώσει περίπου 5000 ανθρώπους. Ανάμεσα σε αυτούς ήταν άνθρωποι μέσα από τους κύκλους του πανεπιστημίου του Lviv, όπως επίσης Εβραίοι και μέλη της αντίστασης. Από την στιγμή που άρχισε η παραγωγή του εμβολίου στο ινστιτούτο, άρχισε και η διακίνησή του με κρυφούς τρόπους σε πολίτες, εβραϊκές συνοικίες της Lviv και σε στρατόπεδα συγκέντρωσης ακόμη και στις φυλακές της Γκεστάπο.
Μετά τον πόλεμο, ο Βάιγκλ μετακόμισε στην Κρακοβία για να συνεχίσει την ερεύνα του στο πανεπιστήμιο Jagiellonian. Εκεί έγινε πρόεδρος του Ινστιτούτο Μικροβιολογίας και αργότερα πήρε την έδρα της Βιολογίας στο πανεπιστήμιο του Πόζναν. Παρέμεινε σε αυτή τη θέση μέχρι τη συνταξιοδότησή του.
Παρά τις πολλές υποψηφιότητες για το βραβείο Νόμπελ , Ο Βάιγκλ δεν τιμήθηκε ποτέ ούτε για το επιστημονικό του έργο ούτε για τις δραστηριότητές του εν καιρώ πολέμου. Ο Βάιγκλ δέχθηκε ψευδείς κατηγορίες από κάποιους συνεργάτες του για κρυφή συνεργασία με τους Ναζί.