Dr. Google και τα προβλήματα της αυτο-διάγνωσης
Τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότεροι άνθρωποι χρησιμοποιούν το διαδίκτυο για να βρουν πληροφορίες για θέματα υγείας. Αναφερόμαστε σε αυτό το φαινόμενο ως "Dr. Google". Πολλά άτομα χρησιμοποιούν το Dr. Google για να κάνουν διάγνωση οι ίδιοι, να ενημερωθούν για μία νόσο και για τα συμπτώματα που παρουσιάζουν οι ίδιοι ή κάποιος δικός τους άνθρωπος. Βέβαια, η χρήση του ίντερνετ σε αυτή την περίπτωση είναι προβληματική αφενός (α) εξαιτίας της αναξιοπιστίας των πληροφοριών στο διαδίκτυο και αφετέρου (β) λόγω της παρερμηνείας των πληροφοριών και το συνοδό φόβο που μπορεί να προκαλέσει κανείς στον εαυτό του.
Μια μελέτη του 2013 έδειξε ότι το 50% των ανθρώπων χρησιμοποιούσε το Google για την διάγνωση μιας νόσου. Το 2020, το 69% των χρηστών χρησιμοποιούσε το ίντερνετ για πληροφορίες σχετικά με την υγεία. Το 25% χρησιμοποιούσε πληροφορίες από το διαδίκτυο για την διατροφή και την υγεία. Όταν αυτοί οι άνθρωποι επισκέπτονται το γιατρό τους, πηγαίνουν με άποψη για το τι τους συμβαίνει, αλλά και για τη θεραπεία που πρέπει να ακολουθήσουν!
Έτσι λοιπόν πολλές φορές οι άνθρωποι παίρνουν λανθασμένες αποφάσεις για την υγεία τους με βάση τον Dr. Google (από το ποιον γιατρό πρέπει να επισκεφτούν, μέχρι το ποια θεραπεία ενδείκνυται). Αυτό όμως έχει ως αποτέλεσμα να υποφέρουν άσκοπα από φόβους, ανησυχίες, παρερμηνείες και τις λάθος πληροφορίες που δεν προέρχονται από ειδικούς γιατρούς. Το χειρότερο σενάριο που μπορεί να συμβεί είναι όταν οι άνθρωποι πιστεύουν ακράδαντα τον Dr. Google.
Τι είναι ο Dr. Google;
Η πανδημία του κορωνοϊού COVID-19 έβαλε στη ζωή μας για τα καλά την τηλεϊατρική και τις e-therapies. Ταυτόχρονα η εύκολη πρόσβαση στην τεχνολογία μπορεί να σημαίνει ότι πολλοί άνθρωποι επιλέγουν τον Dr. Google για την διάγνωση μιας νόσου.
Ένα κοινό παράδειγμα είναι κάποιος να είναι σπίτι του, όταν ξαφνικά νιώθει δυνατό πονοκέφαλο, έχει φαγούρα στα μάτια του και ο ρυθμός της καρδιάς είναι πιο έντονος. Αυτή τη στιγμή πιάνει το τηλέφωνο, τον υπολογιστή ή το tablet και αρχίζει να ψάχνει στο Google τι μπορεί να έχει.
Τα στατιστικά στοιχεία δείχνουν ότι υπάρχει ένα μέγιστο 40% πιθανότητα να οδηγήσουν σε αποτελέσματα με σωστές απαντήσεις για την αιτία και τα συμπτώματα μιας κατάστασης. Πιο συχνά τα συμπεράσματα είναι λανθασμένα, πχ ότι παθαίνει εγκεφαλικό, έμφραγμα, πως πεθαίνει.
Η τηλεϊατρική έχει πολλά οφέλη, καθώς οι άνθρωποι αποφεύγουν τις μετακινήσεις και δεν ξοδεύουν χρόνο στο χώρο αναμονής. Ωστόσο, η κύρια διαφορά ανάμεσα στην τηλεϊατρική και στην αναζήτηση των συμπτωμάτων στο Google, είναι ότι δεν υπάρχει άμεση επικοινωνία με ένα γιατρό για την διάγνωση.
Κάποιοι άνθρωποι επιλέγουν να κάνουν μόνοι τους τη διάγνωση επειδή έτσι νιώθουν ότι έχουν τον έλεγχο της υγείας τους. Κάποιοι ασθενείς μπορεί να φοβούνται τις λάθος διαγνώσεις ή τα ιατρικά λάθη.
Η χρήση του διαδικτύου για την κατανόηση μιας νόσου μετά τη διάγνωση είναι πολύ σημαντική και επίσης, μπορούν οι άνθρωποι που αντιμετωπίζουν τα ίδια θέματα μπορούν να έρθουν σε επικοινωνία.
Ωστόσο, οι ασθενείς πρέπει να είναι πολύ προσεκτικοί στις πηγές πληροφόρησης που επιλέγουν. Δεν είναι όλες οι πληροφορίες αξιόπιστες.
Το διαδίκτυο ως πηγή πληροφόρησης
Τα τελευταία 10 χρόνια, το ίντερνετ μέσω του Google έχει γίνει κύρια πηγή πληροφόρησης για ιατρικά θέματα. Σύμφωνα με τις μελέτες, οι περισσότεροι άνθρωποι χρησιμοποιούν το διαδίκτυο για να διαβάζουν περιοδικά, εφημερίδες και να ελέγχουν το email τους. Όμως πολλοί είναι αυτοί που αναζητούν πληροφορίες σχετικά με την υγεία.
Όσο αφορά συγκεκριμένα νοσήματα, οι χρήστες του διαδικτύου κάνουν αναζήτηση για τη νόσο, τα συμπτώματα και τη διάγνωση (40%), για τον υγιεινό τρόπο ζωής (17%), για φάρμακα (16%), για εναλλακτικές θεραπείες (3%).
Παλιότερα οι άνθρωποι είχαν ως πηγή πληροφόρησης τις έντυπες εγκυκλοπαίδιες και τους γιατρούς τους. Σήμερα όμως οι χρήστες του διαδικτύου έχουν χιλιάδες ιστοσελίδες με πληροφορίες, και όχι μόνο τις δημόσιες ιστοσελίδες από ινστιτούτα, νοσοκομεία, πανεπιστήμια και τις ιδιωτικές ιστοσελίδες (που είναι από τις πιο αξιόπιστες).
Η ευκολία της πρόσβασης σε οποιαδήποτε πληροφορία οδήγησε σε μελέτες για την διερεύνηση του αντίκτυπου που έχει αυτή η διαθεσιμότητα πληροφοριών στους ασθενείς. Δυστυχώς όπως έδειξαν οι μελέτες, δεν είναι όλες οι πληροφορίες αξιόπιστες. Το αντίθετο μάλιστα, στην καλύτερη περίπτωση η αξιοπιστία των ιστοσελίδων φτάνει στο 60% (σελίδες πανεπιστημιακών ιδρυμάτων και κρατικών οργανισμών). Ιστοσελίδες στο Facebook, Wikipedia, Youtube έχουν εξαιρετικά χαμηλή αξιοπιστία πληροφοριών που φτάνει ένα μέγιστο 30% ! Η αναξιοπιστία των πληροφοροιών λοιπόν, σε συνδυασμό με το άγχος, την ανησυχία, τις αντικρουόμενες απόψεις δημιουργούν εμπόδια για την σωστή διάγνωση.
Ένας λανθασμένα ενημερωμένος ασθενής, μπορεί να θέτει σε κίνδυνο τη σχέση γιατρού-ασθενή, ειδικά αν ο γιατρός νιώθει ότι υπάρχει αμφισβήτηση των γνώσεων του. Και μάλιστα, οι ασθενείς συνήθως ντρέπονται ή φοβούνται να παραδεχτούν στο γιατρό τους ότι έψαξαν πληροφορίες στο διαδίκτυο, και παραμένουν στην αρχική τους άποψη, παρόλο τις διαβεβαιώσεις των γιατρών.
Η πρόσβαση σε χρήσιμες και ακριβείς πληροφορίες βελτιώνει την κατανόηση της νόσου από τον ασθενή και την δέσμευση στη θεραπεία. Επίσης, μπορεί ο ασθενής να έρθει σε επαφή με ανθρώπους με την ίδια νόσο. Έτσι, μπορεί να δημιουργήσει ένα πολύτιμο δίκτυο υποστήριξης.
Κίνδυνοι της αυτοδιάγνωσης
Οι κίνδυνοι της χρήσης του διαδικτύου για θέματα υγείας περιλαμβάνουν καταρχήν το άγχος και το φόβο που μπορεί να προκαλούν. Η cyberchondria (κυβερνοχονδρίαση, δηλαδή αναζήτηση ιατρικών συμπτωμάτων στο Google) αυξάνει το άγχος υγείας όταν κάποιος ψάχνει συνεχώς συμπτώματα στο διαδίκτυο.
Όταν κάποιος κάνει διάγνωση μόνος τους, αυτό είναι επικίνδυνο, ειδικά αν αυτό σημαίνει ότι δεν αναζητά θεραπεία. Για παράδειγμα, αν ένα άτομο έχει πεισθεί ότι ο πόνος στο στομάχι οφείλεται σε γαστρεντερίτιδα, μπορεί να διστάζει να αποδεχτεί τη διάγνωση της σκωληκοειδίτιδας από το γιατρό του.
Όταν κάποιος είναι σίγουρος για τη διάγνωση που έχει κάνει μόνος του, αυτό σημαίνει ότι με δυσκολία θα αποδεχτεί την διάγνωση του γιατρού. Μια λάθος διάγνωση είναι επίσης κάτι πολύ σοβαρό αν οδηγεί στην αποτυχία της διάγνωσης ενός πιθανού καρδιακού επεισοδίου, ενός εγκεφαλικού, μιας επιληπτικής κρίσης.
Social media και ψυχική υγεία
Τα social media δίνουν τη δυνατότητα στους ανθρώπους να μιλούν για τα δικά τους θέματα υγείας. Όμως αυτό μπορεί να επηρεάζει αρνητικά τις επιλογές σε θέματα υγείας;
Τα social media μπορεί να επιτρέπουν στους ανθρώπους να μιλούν ανοιχτά για τα θέματα ψυχικής υγείας που αντιμετωπίζουν. Μπορούν να πουν την ιστορία τους και να λάβουν υποστήριξη. Ωστόσο, όταν κάποιος δεν ζητάει τη γνώμη ενός γιατρού μπορεί να μην λαμβάνει και την κατάλληλη θεραπεία. Μια θεραπευτική επιλογή που ταιριάζει σε έναν άνθρωπο μπορεί να μην ταιριάζει σε έναν άλλο.
Η πραγματικότητα είναι πως κανείς δεν μπορεί να σταματήσει κάποιον που αναζητά πληροφορίες στο διαδίκτυο για θέματα υγείας. Όμως αυτό κρύβει πολλούς κινδύνους.
Κίνδυνοι της χρήσης του Dr. Google για την διάγνωση
Περίπου το 80% των γυναικών αναζητούν συμβουλές ευεξίας από το διαδίκτυο και το 60% των αναζητήσεων αφορούν την διάγνωση μιας συγκεκριμένης ιατρικής κατάστασης. Πολλοί άνθρωποι εμφανίζουν μια εμμονή, cyberchondria, σχετικά με την αναζήτηση των συμπτωμάτων για διάφορα νοσήματα.
Ο καθένας μπορεί να κάνει αναζήτηση για τα συμπτώματα, τη διάγνωση και την θεραπεία μιας νόσου. Όμως αυτό μπορεί τελικά να προκαλεί περισσότερη ανησυχία καθώς εκατομμύρια ιατρικά sites, blogs, σελίδες, εσκεμμένα ή όχι, διαδίδουν συγκεχυμένες και ανακριβείς πληροφορίες (ακόμα και τα πιο μεγάλα site).
Το άγχος συνήθως μας δίνει κίνητρο να ψάξουμε για απαντήσεις. Είναι χαρακτηριστικό της ανθρώπινης φύσης μας να αναγνωρίζουμε κάθε πιθανή απειλή, και αυτό μας κάνει πιο επιρρεπείς στην αναζήτηση πληροφοριών σχετικά με την υγεία μας. Οι μελέτες δείχνουν ότι το 1/3 των ανθρώπων που ψάχνει ιατρικές πληροφορίες σε κατάσταση ηρεμίας, ξαφνικά αρχίζει να έχει άγχος, το οποίο μπορεί να εκφραστεί ψυχοσωματικά με πόνο στο στομάχι ή στο στήθος, και αντίστοιχα μέσα από το Dr Google αυτά θα μεταφραστούν ως σημάδι έλκους του στομάχου και αιμορραγίας, ή εμφράγματος αντίστοιχα. Ακόμη και μεγάλες και αξιόπιστες ιστοσελίδες μπορεί να οδηγούν σε ανησυχητικά μονοπάτια όταν υπάρχει για κάθε λέξη και ένας σύνδεσμος που μπορεί να οδηγεί σε κάποιο σοβαρό πρόβλημα υγείας.
Από όλους τους ανθρώπους που κάνουν αναζήτηση στο διαδίκτυο, περίπου το 30% δεν προγραμματίζει καν ραντεβού με το γιατρό του. Άρκετοί πείθουν τον εαυτό τους για κάποιο πρόβλημα υγείας και αποφασίζουν να θεραπευτούν μόνοι τους. Άλλοι παραλύουν από το φόβο ή την άρνηση και δεν θέλουν να πάρουν μια επίσημη διάγνωση. Σε κάθε περίπτωση, αυτές οι αντιδράσεις μπορεί να έχουν σοβαρές συνέπειες. Για παράδειγμα, αν μια κολπική αιμορραγία είναι αποτέλεσμα του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας, η πρώιμη θεραπεία μπορεί να σώσει ζωές.
Τι μπορεί να κάνει κάποιος όταν ψάχνει πληροφορίες για την υγεία του στο διαδίκτυο;
Να μένει ήρεμος. Επειδή απλά κάποιος έχει ένα σύμπτωμα μιας αναφερόμενης νόσου αυτό δεν σημαίνει ότι έχει τη νόσο. Προφανώς μπορεί να υπάρχει μια πιο απλή, λιγότερο απειλητική εξήγηση για τον πονοκέφαλο, αντί του καρκίνου. Κανένας δεν πρέπει να αγνοεί τα συμπτώματα, αλλά δεν είναι ανάγκη να καταστροφολογεί και να κάνει υποθέσεις για το χειρότερο.
Να μην κάνει μόνος του διάγνωση. Μπορεί να καταγράψει όλα τα συμπτώματα και να κάνει ερωτήσεις στο γιατρό του. Ο γιατρός είναι αυτός που θα αξιολογήσει την κατάσταση και θα προτείνει κάποιες εξετάσεις αν είναι αναγκαίο.
Να μην κάνει στο μυαλό του σενάρια. Κάποιες μελέτες δείχνουν ότι είναι πιο πιθανό κάποιος να πιστεύει ότι έχει μια κατάσταση αν βλέπει όλα τα συμπτώματα σε μια λίστα. Όμως, πρέπει να διαβάζει τη λίστα μέχρι το τέλος χωρίς να παραλείπει κανένα σύμπτωμα. Αν αρκετά δεν μοιάζουν με τα δικά του τότε είναι καλό να ηρεμήσει και να πάρει μια βαθιά ανάσα.
Να προγραμματίζει μια επίσκεψη στο γιατρό του. Αν υπάρχει κάποιο σύμπτωμα που σας ανησυχεί τότε καλό είναι να μιλήσετε με το γιατρό σας και να προγραμματίσετε ένα ραντεβού αντί να κάνετε αναζήτηση στο Dr. Google.
Η διάγνωση του γιατρού είναι αναντικατάστατη
Πολλοί άνθρωποι που κάνουν αναζήτηση στο διαδίκτυο για ιατρικές πληροφορίες , τελικά δεν προγραμματίζουν ραντεβού με το γιατρό τους επειδή πιστεύουν όσα βρίσκουν στο Dr. Google. Όμως, αυτό είναι καταστροφικό όταν κάποιος αντιμετωπίζει σοβαρά θέματα σωματικής και ψυχικής υγείας. Η διάγνωση της κατάθλιψης και του άγχους δεν μπορεί να γίνει μέσα από μια απλή αναζήτηση στο διαδίκτυο. Ένας έμπειρος ΨΥΧOΘΕΡΑΠΕΥΤΗΣ είναι ειδικά εκπαιδευμένος για τις ψυχικές νόσους ώστε να αξιολογεί τα συμπτώματα και να προτείνει τις κατάλληλες θεραπείες, όπως η ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΙΑ, η ΟΜΟΙΟΠΑΘΗΤΙΚΗ και ο ΒΕΛΟΝΙΣΜΟΣ για την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων.