Σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα
Μια από τις πιο συχνές παθήσεις στις μέρες μας είναι το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα που επηρεάζει το 10% των ανθρώπων. Το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα είναι μια πάθηση στην οποία πιέζεται το μέσο νεύρο στον καρπό και αποτελεί την πιο συχνή μονονευροπάθεια. Ωστόσο, πρόσφατες μελέτες έχουν δείξει ότι ο επιπολασμός της νόσου μπορεί να είναι πενταπλάσιος, με το σύνδρομο να επηρεάζει δύο φορές περισσότερο τις γυναίκες από τους άνδρες. Η θεραπεία του συνδρόμου καρπιαίου σωλήνα βασίζεται στην σοβαρότητα και την ένταση των συμπτωμάτων.
Τι είναι ο καρπιαίος σωλήνας;
Ο καρπιαίος σωλήνας είναι ένας ανελαστικός σωληνωτός σχηματισμός στην παλαμιαία επιφάνεια του καρπού. Ουσιαστικά, οριοθετείται από τον εγκάρσιο καρπιαίο σύνδεσμο, στα οστά του καρπού, και ραχιαία από τα καρπιαία οστά. Μέσα από τον καρπιαίο σωλήνα περνούν οι καμπτήρες τένοντες των δαχτύλων αλλά και το μέσο νεύρο, καθώς περνούν από το αντιβράχιο στον καρπό.
Ποια είναι τα συμπτώματα του συνδρόμου καρπιαίου σωλήνα;
Τα συμπτώματα του συνδρόμου καρπιαίου σωλήνα συχνά περιλαμβάνουν μούδιασμα, μυρμήγκιασμα, τσούξιμο, αίσθηση καύσου που προκαλούνται από την παροδική ισχαιμία του μέσου νεύρου. Σε αυτές τις περιπτώσεις, ο αυξημένος όγκος εντός του σταθερού καρπιαίου σωλήνα ή η εξωτερική πίεση ασκούν πίεση στο νεύρο. Η τυπική περινευρική πίεση κυμαίνεται γενικά στα 2.5mmHg στα υγιή άτομα. Η έκθεση σε παράγοντες πίεσης, αυξάνει την πίεση σε 30-50mmHg ή περισσότερο. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την τμηματική απομυελίνωση και τελικά την βλάβη του άξονα στους ασθενείς με σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα. Τυπικά, τα αισθητηριακά συμπτώματα και οι ανωμαλίες στη νευρική αγωγιμότητα, προηγούνται των κινητικών ανωμαλιών. Αυτό συμβαίνει λόγω της υψηλότερης ευαισθησίας στην πίεση των μυελινωμένων αισθητήριων ινών.
Τα συμπτώματα του συνδρόμου καρπιαίου σωλήνα αφορούν πρωτίστως την δυσλειτουργία του μέσου νεύρου που προκαλείται από την συμπίεση στον καρπιαίο σωλήνα. Ο πόνος στον καρπό και στον αντίχειρα προκαλούνται από την αδυναμία γύρω από την πρώτη μετακαρπική φαλαγγική άρθρωση. Η τυπική εξέλιξη των νευροπαθητικών συμπτωμάτων μπορεί να διαφέρει. Κάποια άτομα εμφανίζουν διαλείπουσα παραισθησία και έχουν σχετικά φυσιολογική κινητική και ηλεκτροφυσιολογική λειτουργία. Άλλοι ασθενείς, ειδικά οι ηλικιωμένοι ή όσοι έχουν γενικά συμπτώματα, μπορεί να εμφανίζουν ατροφία και απώλεια αισθήσεων με μικρή ή καθόλου ενόχληση.
Ο υποθυρεοειδισμός, ο διαβήτης και η ρευματοειδής αρθρίτιδα αποτελούν παράγοντες κινδύνου για το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα. Αυτό συμβαίνει επειδή αυξάνουν την πίεση μέσα στον καρπιαίο σωλήνα. Πολλές περιπτώσεις συνδρόμου καρπιαίου σωλήνα αφορούν τις γυναίκες στην περίοδο της εγκυμοσύνης λόγω των ορμονικών αλλαγών και της αύξησης του όγκου, και συνήθως υποχωρεί μετά τον τοκετό.
Η ευαισθησία στον πόνο επίσης εμφανίζει σημαντικές διακυμάνσεις ανάμεσα στα άτομα και γενικά επηρεάζεται από γενετικούς και άλλους παράγοντες. Είναι πολύ ενδιαφέρον να επισημάνουμε ότι το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα αποτελεί συχνά μια διμερή διαταραχή.
Παράγοντες κινδύνου
Οι πιο γνωστοί παράγοντες κινδύνου περιλαμβάνουν την ανατομία, την καταπόνηση λόγω επαγγέλματος, την γενετική προδιάθεση και άλλα συστημικά αίτια. Οι ανατομικοί παράγοντες που σχετίζονται κυρίως με το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα αφορούν το περιεχόμενο του και στην άσκηση πίεσης στο μέσο νεύρο. Ενίοτε, άλλοι ανατομικοί παράγοντες συμβάλλουν στην συμπίεση στο νεύρο που περιλαμβάνουν το γάγγλιο, τα λιπώματα και άλλες μάζες. Η συμπίεση ως άμεση ή έμμεση επιπλοκή ενός κατάγματος ή τραυματισμού μπορεί να οδηγεί στην έναρξη του συνδρόμου.
Τα στοιχεία δείχνουν ότι συγκεκριμένα άτομα, όπως για παράδειγμα όσοι έχουν ανωμαλίες στην μυελίνη του περιφερικού νεύρου ή όσοι έχουν οικογενειακά εναπόθεση αμυλοειδούς, έχουν αυξημένο κίνδυνο για την ανάπτυξη νευρικής δυσλειτουργίας σε απόκριση στην πίεση. Ο διαβήτης, η νευροπάθεια, η ρευματοειδής αρθρίτιδα, η αυχενική ριζοπάθεια και πολλές άλλες παθήσεις αυξάνουν τις πιθανότητες για το σύνδρομο.
Διάγνωση συνδρόμου καρπιαίου σωλήνα
Η διάγνωση του συνδρόμου καρπιαίου σωλήνα γίνεται με την κλινική εξέταση και τα ηλεκτροδιαγνωστικά ευρήματα. Αν και η διάγνωση μπορεί να γίνει μόνο από τα κλινικά χαρακτηριστικά, είναι σημαντικό να γίνονται και οι επιπλέον διαγνωστικές εξετάσεις.
Το πιο συχνό εύρημα είναι η νυχτερινή παραισθησία. Αν και είναι λογικό να υπάρχει αυτό το σύμπτωμα στο μέσο νεύρο, οι ασθενείς πολλές φορές αναφέρουν ότι έχουν μούδιασμα σε όλο το χέρι, στο αντιβράχιο ή σε άλλες περιοχές εκτός του μέσου νεύρου. Οι αισθητηριακές ανωμαλίες μπορούν να διαγνωστούν με μετρήσεις και τεστ.
Θεραπεία του συνδρόμου καρπιαίου σωλήνα
Οι θεραπείες για το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα μπορεί να είναι χειρουργικές και μη χειρουργικές. Γενικά, οι ασθενείς με πιο σοβαρά, συνεχή και επίμονα συμπτώματα που περιλαμβάνουν σοβαρά αισθητηριακά ελλείμματα, αδυναμία στην κίνηση και σημαντικές ηλεκτροδιαγνωστικές ανωμαλίες αποτελούν υποψηφίους για χειρουργικές επεμβάσεις. Η μη χειρουργική διαχείριση της κατάστασης αφορά ανθρώπους με πιο ήπια συμπτώματα και ευρήματα. Επίσης, είναι μια προσωρινή λύση όσο οι ασθενείς αναμένουν την χειρουργική επέμβαση.
Η κινητοποίηση του καρπιαίου σωλήνα βελτιώνει τα συμπτώματα των ασθενών μέσα σε 3 εβδομάδες. Βέβαια, αυτή η θεραπευτική λύση δεν οδηγεί σε βελτίωση του πόνου, της λειτουργικότητας του χεριού, της κινητικότητας του καρπού ή δεν μειώνει τις πιθανότητες μιας επακόλουθης χειρουργικής επέμβασης.
Η τοποθέτηση νάρθηκα αποτελεί μια κλασική θεραπευτική επιλογή για τους ανθρώπους με σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα. Τα στοιχεία δείχνουν ότι βοηθά στην βελτίωση των συμπτωμάτων και στη λειτουργικότητα του χεριού μετά από 4 εβδομάδες.
Τα φάρμακα γενικά έχουν περιορισμένα οφέλη. Από την μία πλευρά τα στεροειδή φάρμακα έχουν ένα μικρό βραχυχρόνιο όφελος στην θεραπεία των συμπτωμάτων. Αλλά υπάρχουν αντικρουόμενα στοιχεία σχετικά με την βελτίωση των συμπτωμάτων. Από την άλλη πλευρά τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα (ΜΣΑΦ), η βιταμίνη Β6, τα διουρητικά και η γκαμπαπεντίνη έχουν κάποιο βραχυπρόθεσμο όφελος στην θεραπεία του συνδρόμου καρπιαίου σωλήνα.
Ενέσεις στεροειδών
Η πρώτη εφαρμογή ένεσης υδροκορτιζόνης για το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα έγινε το 1957. Από τότε έχουν γίνει πολλές μελέτες για την αποτελεσματικότητα της τοπικής χορήγησης κορτικοστεροειδών για την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων του συνδρόμου καρπιαίου σωλήνα. Η τοπική ένεση στεροειδών ανακουφίζει σημαντικά τα συμπτώματα μετά από 2-4 εβδομάδες. Βέβαια, οι ενέσεις είναι πιο αποτελεσματικές από τις συμβατικές φαρμακευτικές αγωγές.
Χειρουργικές επιλογές
Η χειρουργική επέμβαση γενικά ενδείκνυται για τους ανθρώπους που δεν ανταποκρίνονται στις συμβατικές θεραπείες ή έχουν πολύ σοβαρά συμπτώματα. Η απελευθέρωση του καρπιαίου σωλήνα πραγματοποιείται με μια διατομή του καρπιαίου σωλήνα. Το δέρμα, ο υποδόριος ιστός, η παλαμιαία απονεύρωση και ο εγκάρσιος καρπιαίος σύνδεσμος ανατέμνονται και απελευθερώνονται για την μείωση της πίεσης στο μέσο νεύρο.
Το 1989 έκαναν την εμφάνισή τους οι πρώτες ενδοσκοπικές τεχνικές για την απελευθέρωση του καρπιαίου σωλήνα. Από τότε μέχρι σήμερα έχουν αναπτυχθεί ελάχιστα επεμβατικές και ενδοσκοπικές τεχνικές λόγω της ανησυχίας ότι οι τομές στους ιστούς που καλύπτουν εγκάρσια τον καρπιαίο σύνδεσμο μπορεί να δημιουργούν επώδυνες ουλές ή θέματα στους υποκείμενους καμπτήρες τένοντες. Στις ενδοσκοπικές επεμβάσεις, ο εγκάρσιος καρπιαίος σύνδεσμος διαχωρίζεται από το εσωτερικό του καρπιαίου σωλήνα ενώ οι παρακείμενοι ιστοί παραμένουν ανέπαφοι. Σύμφωνα, με αυτή τη λογική, μειώνεται ο μετεγχειρητικός πόνος και ο χρόνος αποκατάστασης.
Γενικά, τα στοιχεία δείχνουν ότι δεν υπάρχει τεράστια διαφορά στα συμπτώματα όταν κάποιος κάνει χειρουργική επέμβαση ή ένα χειρουργείο ενδοσκοπικά. Ωστόσο, όσοι κάνουν ενδοσκοπική επέμβαση επιστρέφουν στη δουλειά τους 6 ημέρες νωρίτερα. Επίσης, οι επιπλοκές από τις ενδοσκοπικές επεμβάσεις είναι πολύ λιγότερες.
Αποτελεσματική αντιμετώπιση του συνδρόμου καρπιαίου σωλήνα
Το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα είναι ένα συχνό κλινικό πρόβλημα που επηρεάζει πολλούς ανθρώπους. Πολλές φορές είναι μια επώδυνη κατάσταση που ταλαιπωρεί τους ασθενείς. Ανάλογα με την ένταση και την σοβαρότητα των συμπτωμάτων υπάρχουν θεραπευτικές επιλογές χειρουργικές και μη-χειρουργικές. Αναλόγως την υποκείμενη αιτία του συνδρόμου καρπιαίου σωλήνα, θεραπεία ή μεγάλη βοήθεια μπορούν να προσφέρουν διάφορες τεχνικές, όπως η ΧΕΙΡΟΠΡΑΚΤΙΚΗ, η TRIGGER POINTS θεραπεία και ο ΒΕΛΟΝΙΣΜΟΣ.