Δευτερογενής Υπογονιμότητα και Ψυχοθεραπεία
Η δευτερογενής υπογονιμότητα περιγράφει την δυσκολία στη σύλληψη για δεύτερη φορά, στην αδυναμία απόκτησης δεύτερου παιδιού. Οι μελέτες δείχνουν ότι ένα στα εφτά ζευγάρια (δηλαδή περίπου το 15%) αντιμετωπίζουν θέματα δευτερογενούς υπογονιμότητας και υπολογίζεται ότι το 60% της υπογονιμότητας είναι δευτερογενής.
Η δευτερογενής υπογονιμότητα μπορεί να επηρεάσει όλες τις πτυχές της ζωής, από το πώς βλέπετε τον εαυτό σας, την αυτοπεποίθησή σας, τη σχέση σας με το σύντροφό σας, και να προκαλεί αμφισβήτηση σε όλους τους τομείς της ζωής σας. Αρκετά συχνά οι άνθρωποι νιώθουν ότι κάτι δεν πάει καλά με αυτούς και έχουν συναισθηματικά σκαμπανεβάσματα, ειδικά όταν ένας φίλος ή συγγενής ανακοινώνει μια εγκυμοσύνη.
Είναι σημαντικό να αναγνωρίζετε τα συναισθήματά σας και να κατανοήσετε ότι αυτό που περνάτε είναι φυσιολογικό, να δώσετε στον εαυτό σας χώρο και χρόνο για να επεξεργαστείτε αυτά τα συναισθήματα. Συζητήστε με ένα κοντινό σας συγγενή, ένα φίλο ή ένα ψυχοθεραπευτή για να αντιμετωπίσετε τη θλίψη, το στρες, την ανησυχία και τις πληγές σας από το ταξίδι σας στην υπογονιμότητα.
Πώς η ηλικία συμβάλλει στη δευτερογενή υπογονιμότητα;
Ένας παράγοντας κλειδί για τη δευτερογενή υπογονιμότητα είναι ο ʺχρόνοςʺ, καθώς οι γυναίκες στις μέρες μας καθυστερούν όλο και περισσότερο να δημιουργήσουν οικογένεια. Από ιατρικής άποψης στις ηλικίες 35-40 ετών η ποιότητα των ωαρίων πέφτει. Επομένως, αν είστε σε αυτή την ηλικία και προσπαθείτε έξι μήνες να συλλάβετε χωρίς επιτυχία, είναι σημαντικό να μιλήσετε με ένα γιατρό. Το ίδιο ισχύει αν προσπαθείτε ένα χρόνο να συλλάβετε και είστε κάτω από 35 ετών. Επίσης άλλα ιατρικά θέματα μπορεί να προκαλούν την υπογονιμότητα και σε κάποιες περιπτώσεις, δυστυχώς δεν υπάρχει ξεκάθαρη αιτία. Η εξωσωματική γονιμοποίηση είναι η φυσιολογική ρουτίνα σε αυτές τις περιπτώσεις. Το θετικό είναι ότι η δευτερογενής υπογονιμότητα αντιμετωπίζεται με επιτυχία και τα ποσοστά επιτυχίας είναι υψηλότερα αν δεν έχετε κάνει παιδί πριν.
Αντιμετώπιση της δευτερογενούς υπογονιμότητας
Η διάγνωση της δευτερογενούς υπογονιμότητας μπορεί να προκαλέσει σοκ σε ένα ζευγάρι που πριν είχε αποκτήσει ένα παιδί φυσιολογικά. Το άκουσμα της διάγνωσης, και γνωρίζοντας ήδη την εμπειρία του να κάνετε ένα παιδί μπορεί να οδηγήσει σε άρνηση και σε κάποιες περιπτώσεις, μια αρχική αδράνεια στην αναζήτηση θεραπείας. Υπάρχουν ζευγάρια που δυσκολεύονται να αναγνωρίσουν την υπογονιμότητα όταν προηγουμένως είχαν μια επιτυχημένη εγκυμοσύνη.
Επίσης, η θεραπεία για τη δευτερογενή υπογονιμότητα είναι η ίδια για τα ζευγάρια που δεν έχουν κανένα παιδί. Συχνά εκδηλώνονται συναισθήματα σύγχυσης. Στη συνέχεια επιλέγετε θεραπεία και έχετε όλο το βάρος της οικογένειας πάνω σας, και εμφανίζονται νέες προκλήσεις όπως η φροντίδα των παιδιών, τα ιατρικά ραντεβού, το θεραπευτικό πλάνο, το οποίο είναι απαιτητικό και εξουθενωτικό. Αυτοί οι παράγοντες μπορεί να προκαλέσουν στρες, πιθανή πίεση στη σχέση σας και φυσικά στρες για τα οικονομικά σας.
Η επιθυμία για να κάνετε οικογένεια είναι απίστευτα ισχυρή. Είναι μια έντονη λαχτάρα που δεν συγκρίνεται με οτιδήποτε άλλο. Μας τραβάει κατά κάποιο τρόπο και αφού πάρουμε την απόφαση αυτή, η ικανοποίηση από το σεξ δεν υπάρχει καθώς αποτελεί μια πράξη αγγαρείας και προκαλεί εξουθένωση, με στόχο ένα θετικό τεστ εγκυμοσύνης. Η αβεβαιότητα, η ανησυχία, η ελπίδα και ο ενθουσιασμός κυριαρχούν και ακολουθεί η απόλυτη απογοήτευση όταν εμφανιστεί η έμμηνος ρύση. Η ελπίδα για το μέλλον χάνεται και έχετε 14 ημέρες περίπου για να ανασυγκροτηθείτε και να ξεκινήσετε ξανά τις προσπάθειες.
Η άποψη της κοινωνίας για τη δευτερογενή υπογονιμότητα
Υπάρχει μια αρκετά παρεξηγημένη άποψη της κοινωνίας ότι η δευτερογενής υπογονιμότητα είναι πιο εύκολη, όταν το ζευγάρι έχει ήδη ένα παιδί. Αυτό δεν είναι αλήθεια. Είναι σημαντικό να αναγνωρίσετε ότι τα συναισθήματα του φόβου και της λαχτάρας για ένα μωρό δεν έχουν διαφορά στη δεύτερη, στην τρίτη ή στην τέταρτη εγκυμοσύνη. Δυστυχώς σαν αποτέλεσμα, αυτά τα ζευγάρια δεν έχουν την ίδια υποστήριξη από τους φίλους, την οικογένεια, ακόμα και από τους γιατρούς. Η απώλειά τους κατά κάποιο τρόπο υποβαθμίζεται. Η ενοχή της ύπαρξης προηγούμενων παιδιών κάνει τα πράγματα πιο δύσκολα και το πένθος της απώλειας , με αποτέλεσμα την απομόνωση και την πιθανή καταπόνηση της σχέσης του ζευγαριού.
Τα συναισθήματα απώλειας που συνδέονται με τη δευτερογενή υπογονιμότητα
Το άτομο που αντιμετωπίζει την δευτερογενή υπογονιμότητα νιώθει μοναξιά. Η απώλεια είναι απώλεια, πάντα θα την βιώνετε με τον ίδιο τρόπο. Είναι δυνατό να χάσετε κάτι που δεν είχατε ποτέ, να νιώθετε τα συναισθήματα της λαχτάρας να επιμένουν, να έχετε ένα όνειρο να δημιουργήσετε μια μεγάλη οικογένεια και αυτό να μην μπορεί να συμβεί. Είναι ένα ταξίδι πένθους για το όνειρο που είχατε για ένα διαφορετικό μέλλον. Όταν η βαρύτητα αυτής της απώλειας δεν είναι κατανοητή από τους φίλους και την οικογένεια, που λένε ʺέχετε ένα παιδί, κάποιοι άνθρωποι δεν έχουν κανέναʺ, αυτό αναστέλλει τη διαδικασία του πένθους και σας γεμίζει ενοχές επειδή θέλετε περισσότερα. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε απώτερη εσωτερική απομόνωση. Κοιτάζοντας γύρω σας, πολλοί άνθρωποι έχουν την οικογένεια που επιθυμούσαν, και είναι κατανοητό να αναρωτιέστε , ʺγιατί σε εμένα;ʺ Αυτά τα ερωτήματα παίζουν με το μυαλό σας.
Συχνά αναφέρεται ότι οι γυναίκες που δεν μοιράζονται τα συναισθήματά τους με το σύντροφό τους δίνουν μια πιο προσωπική μάχη. Η υπογονιμότητα μπορεί να θεωρηθεί ως η απόλυτη προσωπική αποτυχία. Αυτή η αίσθηση αποτυχίας μπορεί να εισχωρήσει σε οτιδήποτε άλλο, ειδικά στις σχέσεις σας, και επηρεάζει την αίσθηση της αξίας των γυναικών. Οι οικογενειακές ερωτήσεις μπορεί να είναι σκληρές όταν σας ρωτούν για το εάν θα κάνετε ένα μικρό αδελφό ή αδελφή για το πρώτο σας παιδί. Ακόμη πιο δύσκολο είναι όταν το πρώτο σας παιδί σας λέει ότι θέλει ένα μικρό αδελφό ή αδελφή για να παίζει. Αυτό μπορεί να σας ραγίσει την καρδιά. Η δευτερογενής υπογονιμότητα γίνεται πιο πολύπλοκη όταν η χαρά του ενός παιδιού καλύπτεται από το πένθος για την επιθυμία σας για μια πιο μεγάλη οικογένεια, και έτσι οι ενοχές για την επιθυμία περισσότερων παιδιών σας κατακλύζουν καθώς δίπλα σας υπάρχουν άνθρωποι που δεν έχουν κανένα.
Πώς μπορεί να βοηθήσει η ψυχοθεραπεία στη δευτερογενή υπογονιμότητα;
Η συζήτηση με ένα αμερόληπτο άτομο όπως ο ψυχοθεραπευτής μπορεί να διευκολύνει την αποδοχή της διάγνωσης και το τι πραγματικά σημαίνει για εσάς το ταξίδι στην υπογονιμότητα. Είναι πράγματι ένα ταξίδι από τη στιγμή της διάγνωσης μέχρι το τελικό αποτέλεσμα, οποιοδήποτε και αν είναι αυτό. Οι πτυχές της ζωής σας που θεωρούσατε δεδομένες είναι πλέον στον αέρα, με τις προσδοκίες σας, τη σχέση σας, τις απόψεις από μέλη της οικογένειας και τους φίλους, την ταυτότητά σας ως γυναίκα και τη θέση σας στον κόσμο να είναι υπό αμφισβήτηση όπως και η σχέση σας με το σώμα σας, το οποίο μπορεί να το μισείτε ή να το απορρίπτετε για κάποιο χρονικό διάστημα.
Ομοιοπαθητική και δευτερογενής υπογονιμότητα
Υπενθυμίζουμε ότι σε πολλές περιπτώσεις η ομοιοπαθητική μπορεί να δώσει λύση στις περιπτώσεις δευτερογενούς υπογονιμότητας, ιδίως αν οι εξετάσεις δεν αναδεικνύουν κάποιο ανατομικό ή βιολογικό πρόβλημα. Για αυτό ίσως αξίζει να τη δοκιμάσετε. Τονίζουμε ότι τα ομοιοπαθητικά φάρμακα είναι φυσικής προέλευσης, δεν έχουν παρενέργειες και μπορεί να συνδυάζονται παράλληλα με άλλα σκευάσματα που μπορεί να χρειάζεται να παίρνετε.
Δευτερογενής υπογονιμότητα και ψυχοθεραπεία
Είναι πολύ σημαντικό να καταλάβετε ότι πρέπει να δώσετε χώρο και χρόνο στα συναισθήματα σας ώστε να μπορέσετε να επουλωθείτε από την τρέχουσα αίσθηση του σοκ και της απώλειας. Σε αυτή τη διαδικασία μπορεί να σας βοηθήσει αποτελεσματικά η ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΙΑ και το EMDR (για το ψυχικό τραύμα).