Η Χημεία της Κατάθλιψης
Ποια είναι η βιοχημική βάση της κατάθλιψης;
Ίσως να έχετε ακούσει ότι η κατάθλιψη προκαλείται από έλλειψη ισορροπίας κάποιων χημικών ουσιών στον εγκέφαλο και ότι τα αντικαταθλιπτικά λειτουργούν αλλάζοντας τα επίπεδα αυτών των ουσιών (νευροδιαβιβαστών), αλλά τι σημαίνει αυτό; Ποιες είναι οι χημικές διεργασίες πίσω από την κατάθλιψη;
Νευροδιαβιβαστές – Χημικά Μηνύματα του εγκεφάλου
Ίσως να ξέρετε κάποια πράγματα για τους ʺνευροδιαβιβαστέςʺ, αλλά τι είναι αυτά τα μόρια και πως ακριβώς λειτουργούν; Οι νευροδιαβιβαστές είναι ουσιαστικά χημικά μηνύματα στον εγκέφαλο που φροντίζουν για την επικοινωνία των νευρικών κυττάρων μεταξύ τους.
Δράση των νευροδιαβιβαστών
Τα νευρικά κύτταρα επικοινωνούν συνεχώς μεταξύ τους. Τα μόρια των νευροδιαβιβαστών απελευθερώνονται από τα προσυναπτικά κύτταρα (τον άξονα) στο χώρο μεταξύ των δύο νευρικών κυττάρων (την σύναψη). Αυτά τα μόρια μπορούν στη συνέχεια να προσδεθούν στους υποδοχείς (όπως οι υποδοχείς της σεροτονίνης) στο μετασυναπτικό νευρικό κύτταρο (τον δενδρίτη) και έτσι να μεταβιβάσουν το χημικό μήνυμα. Τα πλεονάζοντα μόρια προσλαμβάνονται από το προσυναπτικό κύτταρο και επανεπεξεργάζονται.
Νευροδιαβιβαστές και ρύθμιση της διάθεσης
Υπάρχουν τρεις νευροδιαβιβαστές, που είναι γνωστοί ως μονοαμίνες, οι οποίοι παίζουν κύριο ρόλο στη ρύθμιση της διάθεσης:
- Η σεροτονίνη, που αποτελεί το νευροδιαβιβαστή της καλής διάθεσης
- Η νορεπινεφρίνη
- Η ντοπαμίνη
Αυτοί είναι μόνο μερικοί νευροδιαβιβαστές που λειτουργούν ως μεταφορείς μηνυμάτων στον εγκέφαλο. Άλλοι περιλαμβάνουν το γλουταμικό οξύ, το γ-αμινοβουτυρικό ,και την ακετυλοχολίνη.
Η χημεία της κατάθλιψης
Νορεπινεφρίνη
Τη δεκαετία του '60 οι επιστήμονες πίστευαν ότι η νορεπινεφρίνη είναι ο αιτιολογικός παράγοντας της κατάθλιψης και ίσχυε η κλασική ʺυπόθεση της κατεχολαμίνηςʺ για τις διαταραχές της διάθεσης. Τότε πίστευαν ότι η κατάθλιψη προέρχεται από ανεπάρκεια της νορεπινεφρίνης στην κυκλοφορία του εγκέφαλου και ότι η μανία προκύπτει από την υπεραφθονία αυτής της ουσίας. Πολλοί υποστήριζαν αυτή την υπόθεση, αν και οι αλλαγές στα επίπεδα της νορεπινεφρίνης δεν επηρεάζουν την διάθεση σε όλους τους ανθρώπους. Ήταν γνωστό ότι κάποια φάρμακα που στόχευαν ειδικά την νορεπινεφρίνη ανακούφιζαν την κατάθλιψη σε κάποιους ανθρώπους, αλλά όχι σε όλους.
Σεροτονίνη
Προφανώς, έπρεπε να υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που αλληλεπιδρούσαν με τη νορεπινεφρίνη και προκαλούσαν κατάθλιψη. Η σεροτονίνη βρέθηκε ότι είναι ένας άλλος παράγοντας. Αυτό το μόριο ήταν στο επίκεντρο δύο δεκαετίες πριν, εξαιτίας της φλουοξετίνης (αντικαταθλιπτικά: Prozac, Ladose) και άλλων επιλεκτικών αναστολέων επαναπρόσληψης της σεροτονίνης (SSRIs), οι οποίοι δρούσαν επιλεκτικά σε αυτό το μόριο. Πολλές σημαντικές μελέτες έχουν γίνει τα τελευταία 30 χρόνια για το ρόλο της σεροτονίνης στις διαταραχές της διάθεσης. Αυτές έδειξαν την έλλειψη της σεροτονίνης στις συνάψεις , και αυτό αποτέλεσε μια ακόμη αιτία για την κατάθλιψη, που προκαλούσε περαιτέρω πτώση στα επίπεδα της νορεπινεφρίνης. Αν και η νορεπινεφρίνη ακόμη παίζει κύριο ρόλο στην κατάθλιψη, τα επίπεδα της σεροτονίνης μπορούν να ελεγχθούν και να προκαλέσουν άμεση αύξηση της νορεπινεφρίνης.
Τα νεότερα αντικαταθλιπτικά που ονομάζονται "επιλεκτικοί αναστολείς της επαναπρόσληψης της σεροτονίνης-νορεπινεφρίνης" (SNRIs), όπως το Effexor (βενλαφαξίνη), στοχεύουν ταυτόχρονα στη σεροτονίνη και στη νορεπινεφρίνη. Τα παλαιότερα "τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά" (TCAs) επιδρούν στη σεροτονίνη και τη νορεπινεφρίνη, ωστόσο, έχουν επιπλέον επίδραση στην ισταμίνη και την ακετυλοχολίνη, οι οποίες προκαλούν τις παρενέργειες των τρικυκλικών αντικαταθλιπτικών, όπως η ξηροστομία ή η ξηροφθαλμία, την ιδιαίτερη γεύση στο στόμα, την ευαισθησία στα φώτα, τη θολή όραση, τη δυσκοιλιότητα, την κατακράτηση ούρων και άλλες. Οι SSRIs δεν επιδρούν στην ισταμίνη και την ακετυλοχολίνη και έτσι δεν έχουν αυτές τις παρενέργειες.
Ντοπαμίνη
Ένα τρίτο μόριο που παίζει ρόλο στη διάθεση είναι η ντοπαμίνη. Η ντοπαμίνη συνδέεται με την ανταμοιβή ή την ενθάρρυνση που λαμβάνουμε και μας ωθεί να συνεχίσουμε να συμμετέχουμε σε μια δραστηριότητα. Εμπλέκεται σε καταστάσεις όπως η νόσος του Parkinson και η σχιζοφρένεια. Υπάρχουν κάποια δεδομένα, τουλάχιστον για μια υποομάδα ασθενών, που δείχνουν ότι η ντοπαμίνη παίζει ρόλο στην κατάθλιψη. Τα φάρμακα τα οποία δρουν σαν την ντοπαμίνη ή διεγείρουν την απελευθέρωση της ντοπαμίνης στον εγκέφαλο, είναι αποτελεσματικά σε κάποιους ανθρώπους με κατάθλιψη όταν τα άλλα φάρμακα αποτυγχάνουν. Μερικές μελέτες έχουν ανακαλύψει ότι τα ντοπαμινεργικά δρώντα φάρμακα είναι μια γρήγορη μέθοδος ανακούφισης της κατάθλιψης (σε αντίθεση με άλλα αντικαταθλιπτικά φάρμακα που χρειάζονται έξι εβδομάδες για να γίνει εμφανής η πλήρης δράση τους).
Αν και οι παράγοντες που δρουν επιλεκτικά στην ντοπαμίνη έχουν το πλεονέκτημα της γρήγορης δράσης, επίσης έχουν και κάποιες ιδιότητες που τους περιορίζουν και δεν χρησιμοποιούνται ευρέως όπως άλλα αντικαταθλιπτικά. Η ντοπαμίνη είναι ένας νευροδιαβιβαστής που συνδέεται με τις εξαρτήσεις και η παραγωγή της διεγείρεται από ναρκωτικά όπως η κοκαΐνη, τα οπιούχα, και το αλκοόλ (και ίσως να εξηγούν το γιατί τα άτομα με κατάθλιψη επιλέγουν να κάνουν "θεραπεία" μόνοι τους με ναρκωτικά και αλκοόλ).
Διαδικασίες που μειώνουν τα επίπεδα των νευροδιαβιβαστών στον εγκέφαλο
Από τη στιγμή που έχουν παρατηρηθεί μειωμένα επίπεδα των νευροδιαβιβαστών νορεπινεφρίνη, σεροτονίνη και ντοπαμίνη που συμβάλλουν στην κατάθλιψη, τι προκαλεί αυτή την μείωση αρχικά; Ποιες είναι οι αιτίες που προκαλούν μείωση των επιπέδων της σεροτονίνης, της νορεπινεφρίνης ή της ντοπαμίνης, που με τη σειρά τους προκαλούν συμπτώματα κατάθλιψης; Πολλά πράγματα μπορεί να πάνε λάθος σε αυτή τη διαδικασία και να οδηγήσουν στην ανεπάρκεια ενός νευροδιαβιβαστή. Κάποιες πιθανές αιτίες περιλαμβάνουν:
- Ελλιπής παραγωγή του νευροδιαβιβαστή (π.χ. σεροτονίνη)
- Περιορισμένοι υποδοχείς για την πρόσληψη του νευροδιαβιβαστή
- Ο νευροδιαβιβαστής δεν είναι διαθέσιμος για πολύ ώρα (στο προσυναπτικό άκρο) πριν φτάσει στις θέσεις του υποδοχέα
- Οι πρόδρομες ουσίες (μόρια από τα οποία δομούνται οι νευροδιαβιβαστές) ίσως να είναι σε μικρή διαθεσιμότητα
- Τα μόρια που διευκολύνουν την παραγωγή των νευροδιαβιβαστών, όπως τα ένζυμα, ίσως να είναι σε μικρή διαθεσιμότητα
Όπως αντιλαμβάνεστε, αν υπάρχει οποιοδήποτε εμπόδιο σε αυτά τα μονοπάτια, η ποσότητα του νευροδιαβιβαστή δεν είναι επαρκής για να καλύψει τις ανάγκες σας. Η έλλειψη κάποιου νευροδιαβιβαστή οδηγεί στα συμπτώματα που γνωρίζουμε ως "κατάθλιψη".
Θεραπεία της κατάθλιψης με βάση τη βιοχημεία
Η κατανόηση της χημείας της κατάθλιψης ίσως βοηθά τους ανθρώπους να καταλάβουν καλύτερα τις διαθέσιμες θεραπευτικές επιλογές για την κατάθλιψη. Υπάρχουν ερευνητές που υποστηρίζουν πως αν μια βιοχημική ανισορροπία είναι η αιτία των συμπτωμάτων της κατάθλιψης, τότε ίσως η ψυχοθεραπεία δεν μπορεί από μόνη της να διορθώσει το πρόβλημα, όπως δεν μπορεί να αυξήσει τα επίπεδα της ινσουλίνης σε έναν άνθρωπο με διαβήτη.
Όμως αυτό που τους διαφεύγει, είναι ότι ζούμε σε μια κοινωνία που έχει μάθει να παίρνει χάπια για να αισθανθεί άμεσα καλύτερα, ενώ η ψυχοθεραπεία είναι αποδεδειγμένα βοηθητική για την κατάθλιψη μακροπρόθεσμα. Από τη βιοχημική σκοπιά, αυτό που δεν κατανοούμε πλήρως είναι πως οι συγκεκριμένοι νευροδιαβιβαστές στον εγκέφαλο μειώνονται αρχικά. Θα ήταν πολύ πιθανό ότι ορισμένες από τις παραπάνω παθολογικές διαδικασίες προκύπτουν από καταστάσεις της ζωής μας, οι οποίες μπορούν να βοηθηθούν ή προληφθούν με τη ψυχοθεραπεία. Για παράδειγμα, η ψυχοθεραπεία για τη μείωση του στρες και τη διαχείριση του στρες, φαίνεται να έχει επίδραση στις χημικές πρόδρομες ουσίες που χρειάζονται να είναι διαθέσιμες στον εγκέφαλο και από τις οποίες συντίθενται οι νευροδιαβιβαστές. Με αυτή τη λογική, η αντικαταθλιπτική φαρμακευτική αγωγή ίσως να ανακουφίζει από τα συμπτώματα της κατάθλιψης που προκαλούνται από μείωση της σεροτονίνης, αλλά δεν προλαμβάνει την επανάληψη της ανεπάρκειας του νευροδιαβιβαστή στο μέλλον.
Βέβαια δεν έχουμε την πλήρη εικόνα για τους νευροδιαβιβαστές στον εγκέφαλο. Οι επιστήμονες μελετούν και άλλα μοριακά μονοπάτια στον εγκέφαλο, όπως για παράδειγμα, το γλουταμινεργικό, το χολινεργικό και το μονοπάτι των οπιοειδών για να διευκρινιστεί ο ρόλος τους στην κατάθλιψη. Επιπλέον, αντί για μια απλή ανεπάρκεια ενός μονάχα νευροδιαβιβαστή στον εγκέφαλο, μερικά συμπτώματα της κατάθλιψης μπορεί να σχετίζονται με τα επίπεδα των νευροδιαβιβαστών σε διαφορετικές περιοχές του εγκεφάλου.
Η κατάθλιψη είναι πολλά περισσότερα από μια απλή αλλαγή στη χημεία του εγκεφάλου
Αντί να υπάρχει μια απλή εξίσωση μερικών αγνώστων παραγόντων που προκαλούν μείωση των επιπέδων ενός ή περισσότερων νευροδιαβιβαστών, και αυτά τα χαμηλά επίπεδα να προκαλούν τα συμπτώματα, η πραγματική βάση της κατάθλιψης είναι πολύ πιο περίπλοκη, από αυτή την απλή υπόθεση. Αν έχετε βιώσει την κατάθλιψη δεν είναι ανάγκη να το επισημάνουμε αυτό. Έχετε συνειδητοποιήσει ότι η θεραπεία της κατάθλιψης, είναι πιο περίπλοκη και σύνθετη.
Εκτός από τους νευροδιαβιβαστές, γνωρίζουμε ότι υπάρχουν πολλοί άλλοι παράγοντες που συμβάλλουν στην εμφάνιση της κατάθλιψης, όπως οι γενετικοί, οι εμπειρίες της παιδικής ηλικίας, οι καθημερινές σχέσεις με τους άλλους ανθρώπους.
Συμπερασματικά
Είναι ξεκάθαρο ότι οι νευροδιαβιβαστές παίζουν σημαντικό ρόλο στην κατάθλιψη, αλλά πολύ λιγότερα είναι γνωστά για τον ακριβή τρόπο με τον οποίο προκύπτουν αυτές οι αλλαγές. Είναι επίσης σαφές ότι οι βιοχημικές αλλαγές από μόνες τους δεν μπορούν να εξηγήσουν όσα παρατηρούμε στην κατάθλιψη, και ότι σε αυτό συμβάλλουν και άλλοι παράγοντες.
Μέχρι να μάθουμε περισσότερα, να κατανοήσουμε καλύτερα την αλήθεια για τη χημεία της κατάθλιψης μπορεί να είναι βοηθητικό οι άνθρωποι με κατάθλιψη να λαμβάνουν φαρμακευτική αγωγή. Ίσως να βοηθηθείτε προς αυτή την κατεύθυνση αν κατανοήσετε γιατί ένα φάρμακο λειτουργεί και κάποιο άλλο όχι, και γιατί μερικές φορές χρειάζεται να δοκιμάστε διαφορετικά φάρμακα μέχρι να βρείτε το σωστό. Αποφύγετε τις συμβουλές τρίτων που σαν υποδεικνύουν να αποφύγετε τη φαρμακευτική αγωγή. Δεν είναι τόσο εύκολο για κάποιον να ξεχάσει ότι βίωσε την κατάθλιψη, όπως δεν είναι εύκολο για κάποιον με διαβήτη να μην το σκέφτεται.
Με βάση όσα γνωρίζουμε και τους αντίστοιχους περιορισμούς μπορούμε να βοηθήσουμε τους ανθρώπους να κατανοήσουν γιατί μονάχα μία αντικαταθλιπτική αγωγή δεν λειτουργεί για όλους στην κατάθλιψη, και γιατί οι πιο επιτυχημένες θεραπευτικές επιλογές για την κατάθλιψη περιλαμβάνουν συνδυασμό θεραπειών.